lunes, 21 de diciembre de 2009

Desayuno Prenavideño

Σήμερα και μετά από ένα παγωμένο πσκ στο οποίο δεν έλειπαν από κανένα εστιατόριο και από κανένα bar οι fiestas de navidad, cenas y comidas de amigos y empresas (συνήθεια τόσο κοινή που μέχρι και στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας υπάρχει σχετική ρήτρα!) ήρθε και το χιόνι πρωί-πρωί για να μας κάνει δυσκολότερη ακόμη μία Δευτέρα –και μάλιστα προ Χριστουγέννων- στη δουλειά. Το σκηνικό αλλάζει μόνο και μόνο από το γεγονός ότι όλοι περπατάμε με το κεφάλι σκυμμένο, να βλέπουμε που πατούμε (και συνειδητοποιώντας πόσοι δεν φρόντισαν να μαζέψουν την τουαλέτα του κάθε σκύλου που βολτάρει πρωινιάτικα) το πολύ να φτάσει το βλέμμα μας μέχρι το ύψος του αγκώνα, για να ξέρουμε από πού θα πιαστούμε σε περίπτωση κάποιας καλής ξεσυγυρισμένης.

Και επειδή σήμερα το πρόγραμμα έλεγε πέρασμα από την πισίνα και ...α, να θυμηθώ να πάρω και τις orejeras (αυτή την λέξη την αγνοώ στην ελληνική, είναι εκείνα τα διακριτικά θεωρητικά αλλά στιλάτα πάντα που περνάς πίσω από το λαιμό και καλυπτούν τα αυτιά σου απο το κρύο) που τόσο πολύ φοριούνται τώρα με το κρύο σε όλη την πρωτεύουσα, τελοσπάντων, αποφάσισα να πάρω το πρωινό μου στο bar της γειτονιάς, για να έχω δυνάμεις μέχρι το μεσημεριανό διάλλειμμα και το πρόσθιο που θα το συνοδεύσει. Είναι κάτι που συνηθίζεται εξάλλου, αν και με την κρίση, είχα παρατηρήσει ότι είχε κόψει και η κλασική πελατεία.

Είναι που μπαίνω και βρίσκονται ήδη στη μπάρα οι δύο θυρωροί για τον καφέ τους πριν πιάσουν τη σκούπα (ειδικά σήμερα και το φτυάρι για το χιόνι) παρέα με τον γυμναστή του μικρού συνοικιακού γυμναστηρίου. Μην φανταστείτε βέβαια street minimal bar ή εκλεπτυσμένα muffins με capuchino και σχέδιο στο αφρόγαλα: το πάτωμα είναι ήδη γεμάτο γόπες, χαρτοπετσέτες και οδοντογλυφίδες και οι κιτς γυαλινες προθήκες του 80 καλύπτουν το μισό της μπάρας, άδειες ακόμη. Παίρνω θέση ακριβώς απέναντι απο την πόρτα της κουζίνας, η καλή κυριούλα έχει βάλει ήδη να τηγανίζει tortillas, γυρίζω προφίλ για να βλέπω και την πρωινή ενημερωτική εκπομπή αλλά και όλους τους υπόλοιπους καθήμενους στη σειρά, σου δίνει λιγότερο την αίσθηση της μοναξιάς, ειδικά όταν ανταλλάσεις καλημέρες με όλους. Σε λίγο θα έρθει και ο υδραυλικός, και η κυρία δικηγορίνα με τη γούνα της να μας πει πώς πέρασε το σαββατοκύριακο με το εγγονάκι της, και οι δύο suited 30άρηδες που αρέσκονται να λένε αστειάκια στα αγγλικά και κυριώς στην ρουμάνα που βρίσκεται πίσω από τη μπάρα και σερβίρει τους καφέδες, άσχετο αν τους καταλαβαίνει, εκείνη πάντα ψευτοθυμώνει. Και είναι γάτα, πάντα μου φέρνει τον καφέ στη θερμοκρασία που τον χρειάζομαι, ανάλογα με το τι δείχνει το θερμόμετρο έξω, αυτό ναι, απλός καφές σε χαμηλό ποτήρι του νερού και ρίχνει απο δύο κανάτες κρύο και ζεστό γάλα (και το καλοκαίρι, για δροσιά, απλά τον αναποδογυρίζω σε άλλο ποτήρι, του ουίσκι, μαζί με πάγο!) . Και ετοιμάζει το pan tumaca μου, με μπόλικη ντομάτα και ελαιόλαδο. Έχει και churros και porras, και ακόμη καλύτερα, κρουασάν a la plancha, για να λιώνει το βουτυράκι αμέσως. Νάτος και ο κυριούλης που πίνει carajillo (μισή δόση καφές και μισή δόση «τσίπουρο») που την ώρα που θα ετοιμάζομαι να φύγω θα έχει ήδη αρχίσει να παίζει φρουτάκια.

Καπνίζω ένα τσιγάρο και κοιτάζω γύρω μου το μακρόστενο χώρο, και δη τον τοίχο: μια φωτογραφία με όλη την οικογένεια, από 80 μέχρι 8 χρονών, ένα κασκόλ της Atletico, μια αφίσα του 90, σε κάδρο, με τις 52 ράτσες –μόνο στην Castilla La Mancha- ταύρων, εικονογραφημένες όλες, ένας πίνακας με σημειωμένα με κιμωλία τα στοιχήματα των πελατών, μια κρεμάστρα, ένα κομμένο εξώφυλλο αθλητικής εφημερίδας με τους οπαδούς σε πρώτο πλάνο, μία φωτοτυπία Α4 που μας ενημερώνει ότι απαγορεύεται η χρήση ψυχοτρόπων ουσιών στο κατάστημα και τέλος το πρόγραμμα με τις αγωνιστικές όλων των ταυρομαχιών στην πόλη και στα περίχωρα.
Βγαίνω και συνειδητοποιώ ευχάριστα ότι αυτά τα μικρά συμβαίνουν στο κέντρο της Ισπανίας, σε μια από τις πιο ευκατάστατες γειτονιές της πρωτεύουσας, που φαίνεται να κυλούν με ρυθμούς αργούς, όπως τότε που μόνο μέσα από διηγήσεις τα έχεις υποψιαστεί.

lunes, 14 de diciembre de 2009

Η πάντα επίκαιρη Ευλαμπία


Ευτυχώς για κάποιους το να βρεθούν αντιμέτωποι με το σύστημα υγείας του ΙΚΑ μπορεί και παραμένει ένα απλό φανταστικό σενάριο. Δυστυχώς, όμως, για κάποιους από αυτούς τους «τυχερούς», τους έκατσε λαχείο για το σύστημα του αντίστοιχου ισπανικού φορέα. Όχι ότι τα πράγματα βρίσκονται σε καλύτερη μοίρα, σχετικά με τις περιβόητες αναρρωτικές κτλ κτλ αλλά κάτι ακόμη χειρότερα σε αποθαρρύνει: πέραν του ότι πρέπει να χρησιμοποιήσεις την ακριβή ορολογία για να μην χάνουν το χρόνο τους οι γιατροί του ΙΚΑ (γιατί άλλο πράγμα το πιάσιμο, άλλο η κράμπα και άλλο το τράβηγμα μυών, για να μη μιλήσω για θλάση! Ουφ, πρέπει να είμαι ακριβολόγος), ωστόσο το να θέλεις να βρεις το δίκιο σου και να βρίζεις σε μία ξένη γλώσσα δεν είναι και το ευκολότερο σημειολογικό εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσεις, ειδικά όταν αυτό πρέπει να γίνει «κομψά».

Και καλά, εδώ και κάποια χρόνια που είμαι μόνιμος κάτοικος σε μία γειτονιά μου έχουν υποδείξει και την προσωπική μου γιατρό, πράγμα που πρέπει να θεωρήσω τύχη, αλλά δεν καταλαβαίνω γιατί κάθε φορά που την επισκέπτομαι πρέπει να της θυμίζω ποιος είμαι και τι ιστορικό έχω περάσει. Λογικό, θα πείτε, αν είναι και κάποιας ηλικίας ακόμη περισσότερο. Τι φταίω όμως, όντας μυξομένος σε όλη τη μάπα με το θερμόμετρο να αγγίζει σαραντάρια, κασκόλ μέχρι τα αφτιά και οχτώ στρώσεις από ρούχα να της επαναλαμβάνω κάθε δύο μέρες ότι έχω την γνωστή μοδάτη γρίπη του καιρού μας και ότι θέλω κι άλλη και ξανά κι άλλη αναρρωτική και εκεινή να με κοιτάζει κάθε φορά με το ίδιο ηλίθιο εξεταστικό βλέμμα σαν να πηγαίνω πρώτη φορά –όχι, κα γιατρέ μου, ήρθα και χθες και προχθές (βήχας και ξανά βήχας), και αντιπροχθές (ζαλάδα μαστούρας από τις παραθεταμόλες) στα επείγοντα και θα έρθω και μεθαύριο (ρουφάω τις μισοξεραμένες μύξες μου) για να δικαιολογώ την απουσία μου στη δουλειά. Με κοιτάζει, χωρίς να με εξετάζει, για να δει αν όντως είναι αλήθεια ή απλά έχω hangover και θέλω να την εξαπατήσω. ‘Εχω σχεδόν παραιτηθεί όταν διαπιστώνω ότι εκείνο που της τράβηξε περισσότερο την προσοχή είναι ένα μαύρο στίγμα στο κούτελο μου που μάταια προσπαθούσα να βγάλω πριν μια εμβομάδα. Ακόμη εκεί βρίσκεται κι αυτό το τιμημένο;;;

Αυτό ήταν, παραιτούμαι, προτιμώ να χάσω αυτές τις μέρες από το μισθό μου, ακόμη και τη δουλειά μου αλλά σας παρακαλώ, μη με βάζετε σε αυτή τη διαδικασία. Και όχι τίποτε άλλο, απλά τώρα τα είχε και όλα στρωμένα όπως κοιμήθηκα. Γιατί αν μιλούσα για κάποια χρόνια νωρίτερα, νέος στο σύστημα και δή περιορισμένων δικαιωμάτων όπως αυθαίρετα μου δήλωναν για τον απλούστατο λόγο βαριέμαι-να-κάνω-τη-δουλειά-μου, μπορεί και να είχα αφεθεί σε κλίνην αιωνίαν. Παρολαυτά, αυτή τη φορά μού έκατσε να την εξαπατήσω, και είχε και ένα λαμπρότατο ήλιο, ότι πρέπει να πρωινές βόλτες στον πεζόδρομο, μαζί και με το σημερινό χιόνι που έπεφτε αραιό μέχρι την τελευταία γουλιά του καφέ μου.