martes, 9 de febrero de 2010

Ilusión del mercado


Σήμερα πέρασα μπροστά από την λαϊκή και είδα πως ξεφορτώνονται τα κολοκυθάκια και τα πράσα, ή μάλλον τα φρέσκα κρεμμυδάκια, δεν πολυπρόσεξα κιόλας. Και ύστερα, την ψαραγορά, υπήρχαν και αρκετά καφάσια γεμάτα με θρυμματισμένο πάγο και ξεψυχισμένα ψάρια, κυρίως μεγάλα, μύριζαν και φουρτουνιασμένη θάλασσα και μου φάνηκε περίεργο στο μέσο της meseta να αισθάνομαι αυτή η ατλαντική μπόρα. Και θυμήθηκα εκείνο το κρυμμένο στα δέντρα χωριό, κρεμασμένο στα βάσκικα βράχια που κάθε του μπαλκόνι εκτίθεται στο βοριά και κάθε του παράθυρο χάσκει στο λιμανάκι, μια προκυμαία μεγάλη όλο κι όλο, και μικρά ψαροκάικα να λικνίζονται, και την μανία της κάθε σταγόνας κόντρα στη δική μου βιτρίνα. Στο χωριό δεν περπατούσε κανείς, εκεί κάτω είχε μια κίνηση, κίτρινα πλαστικά ανθρωπάκια, ξεφόρτωμα πραμάτιας, και τα σύννεφα συνέχιζαν να παίζουν στον ορίζοντα. Και όντως μου μύριζε περίεργα η αλμύρα, ήταν διαφορετική, πιο ψυχρή ίσως. Και νόστιμη. Μέχρι που ξεχάστηκα και πλέον έβλεπα τα σπίτια ανάποδα, από κάτω προς τα πάνω, και στην πλάτη μου είχα όλη την ανοιχτή θάλασσα, ταραγμένη, σε αντίθεση με το βλέμμα μου, και πέρα από τη βροχή από ψηλά, έσταζε και άλλη μία μικρότερη, γύρω μου, από τα μαλλιά και την ζακέτα. Και αισθάνθηκα ένα γαλήνιο ξέσπασμα, και κρύο, και ότι κανείς δεν μπορεί να με δεί. Και τότε αναζήτησα το κορίτσι, όπως και τώρα, δέκα βήματα απομακρυσμένος από την ψαραγορά. Και θα κούρνιαζα μέχρι να πετάξω από τη γέφυρα, μέχρι δηλαδή να περάσω την πόρτα του γραφείου και να προσγειωθώ...

1 comentario:

  1. ...υπέροχες περιγραφές...μια καθημερινή ημέρα!!!...

    ResponderEliminar